Ο καθηγητής χρηματοοικονομικών Γιώργος Θάνος στηρίζει το ΟΧΙ

Ο καθηγητής χρηματοοικονομικών Γιώργος Θάνος στηρίζει το ΟΧΙ
4 Ιουλίου 2015, 14:50
A+ A-
Και αναλύει τη γνώμη του.

*Του Γιώργου Θάνου, Καθηγητή Χρηματοοικονομικών

Κοσμήτορα της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας

του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας   

Το επικείμενο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου βρίσκει τη χώρα  ένα βήμα  από μια εθνική οικονομική καταστροφή που εκδηλώθηκε μετά το ξέσπασμα της χρηματοοικονομικής κρίσης των τραπεζών εδώ και πέντε περίπου χρόνια. Τα τελευταία αυτά κρίσιμα χρόνια, με τη συγκεκριμένη διακυβέρνηση της χώρας, δόθηκε μοιραία η ευκαιρία να γνωρίσει καλύτερα ο λαός τους πολιτικούς του, να αποκαλυφθούν οι προθέσεις τους και να πέσουν οι μάσκες για το ποιοι μας κυβερνούσαν  και ποιους ψηφίζαμε.

Είναι λυπηρό, αλλά όχι αξιοπερίεργο, οι γνωστοί διαπλεκόμενοι και υπαίτιοι διαρκών πολιτικών εγκλημάτων, που οδήγησαν τον τόπο σε αυτή τη πρωτοφανή μεταπολεμικά οικονομική και κοινωνική κατάρρευση, να ζητούν σήμερα με περισσή θρασύτητα να ψηφίσει ο λαός «ναι», δηλαδή συνέχιση της πολιτικής της καταστροφής του, προκειμένου δήθεν να διασωθεί. Και διερωτάται κανείς:

Δεν είναι αυτοί που μετά τη μεταπολίτευση με τις εκούσιες ή ακούσιες πολιτικές τους οδήγησαν στην εξαφάνιση του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα της οικονομίας;

Δεν είναι αυτοί που οδήγησαν στην άναρχη και αντιφατική διαρθρωτική δομή της δημόσιας διοίκησης αλλά και της σχέσης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα;

            Δεν είναι αυτοί που στους κόλπους τους ενισχύθηκαν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα και η διαφθορά,  με συνέπεια να διογκωθεί σε απαγορευτικά επίπεδα "μη βιωσιμότητας" το δημόσιο χρέος, που σήμερα βαρύνει δυσβάστακτα τον ελληνικό λαό;

Δεν είναι αυτοί που ευθύνονται για τη μη θεσμική θωράκιση της χώρας, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του δημόσιου χρέους "επαχθές και επονείδιστο" να έχει διαφύγει εκτός των πραγματικών αναγκών της οικονομίας και σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος;

Δεν είναι αυτοί που "μαγείρεψαν" με τις "δημιουργικές παρεμβάσεις" τα στατιστικά στοιχεία, αντίθετα με την διεθνή πρακτική υπολογισμού των ελλειμμάτων του δημοσίου, ώστε να φτάσει αυτό σε απαγορευτικά επίπεδα επί του ΑΕΠ, κάτι  που εν γνώσει τους θα οδηγούσε τη χώρα σε επιτήρηση;

Δεν είναι αυτοί τελικά που οδήγησαν στη καθίζηση μισθών και συντάξεων, στην επαχθή και απεχθή φορολόγηση των συρρικνωμένων ή ανύπαρκτων εισοδημάτων των πολιτών και συνεπώς σε διαδικασίες ρευστοποίησης της περιουσίας τους;

Δεν είναι ακόμη αυτοί που οδήγησαν σε αφαίμαξη και ουσιαστική διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, των ταμείων υγείας, των αποθεματικών των φορέων του δημοσίου τομέα,  καταλύοντας έτσι ολόκληρο το κοινωνικό κράτος και το σύστημα υγείας;

Δηλώνουν σήμερα και ικετεύουν τους πολίτες, μέσα από ένα ιστό παραινέσεων, τρομοκρατίας, εκφοβισμού, αλλά και υποσχέσεων, να ψηφίσουν «ναι» με κάθε θυσία, γιατί αυτό συμφέρει την Ελλάδα. Δηλαδή να ψηφίσουν «ναι» σε όλα τα βάρβαρα και υφεσιακά μέτρα. Να ψηφίσουν «ναι» στο αέναο υπέρογκο χρέος, δηλαδή «ναι» στο χρέος που θα οφείλουν οι μελλοντικές γενεές, χωρίς ελπίδα μείωσής του, αφού με οικονομικούς όρους τα  επιβαλλόμενα υφεσιακά μέτρα, με τη συνεχή συρρίκνωση του ΑΕΠ, θα αυξάνουν αντί να μειώσουν το χρέος. Να ψηφίσουν «ναι» στην φτώχια και την ατέρμονη λιτότητα, δηλαδή με απλά λόγια στην λιτότητα στον "αιώνα τον άπαντα". «Ναι» στην αποικιοποίηση της χώρας, ώστε αυτή να καταστεί αποικία χρέους και προτεκτοράτο των δανειστών. «Ναι» στην ρευστοποίηση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. «Ναι» στην παράδοση του εθνικού πλούτου της χώρας. «Ναι» στην άνευ όρων υπογραφή κάθε μνημονιακής σύμβασης, όσο επώδυνη κι αν είναι αυτή. «Ναι» σε ένα μη βιώσιμο και πτωχευτικό δανειακό μοντέλο που οδηγεί στην εκχώρηση της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας της χώρας. «Ναι» στους τερατογόνους, ανάλγητους και άκαμπτους μηχανισμούς μεταφοράς κεφαλαίων που επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες και κώδικες με στόχευση μέσα από ανισορροπίες και κρίσεις στη μεταφορά πόρων από τα εκατομμύρια των φτωχών στους λίγους πλούσιους του πλανήτη. «Ναι» στους πιστωτές,  που με στοχευμένο και δόλιο υπερδανεισμό των κρατών, φθάνουν στην ολοκληρωτική οικονομική καταστροφή τους και στην τελική τους υποδούλωση με την κατάσχεση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, δηλαδή των πλουτοπαραγωγικών πόρων του εδάφους, του υπεδάφους, του θαλάσσιου και υποθαλάσσιου χώρου, των πηγών ενέργειας, αλλά και την κατάσχεση και ρευστοποίηση τελικά και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Απώτερος σκοπός των συγκεκριμένων δανειακών μηχανισμών, με την εφαρμογή και του αγγλικού δικαίου, είναι ο αποκλεισμός κάθε λύσης επανόρθωσης της κατάστασης, με σκοπό την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και τον απόλυτο έλεγχο των πάντων μέχρι και του ατμοσφαιρικού αέρα που αναπνέουμε. Ο προκείμενος σκοπός είναι ο βασικός λόγος που αποκλείουν κάθε περιθώριο ανάπτυξης με τη συνεχή συρρίκνωση του ΑΕΠ, κάτι που αυξάνει συνεχώς το χρέος ως ποσοστό αυτού, αφού οι επενδύσεις και η τόνωση της ζήτησης είναι εκείνα που δημιουργούν απασχόληση, αναθερμαίνουν την οικονομία και βελτιώνουν το ΑΕΠ. Συγχρόνως από τα αντιφατικά τους μέτρα αποκλείουν κάθε συζήτηση για την απομείωση του δημόσιου χρέους.

Ένα «όχι» του λαού θα δώσει μια συντριπτική απάντηση σε αντιδημοκρατικές συμπεριφορές και πραξικοπήματα, σε σκοταδιστικές μεσαιωνικές συμπεριφορές, και ακραίες μνημονιακές πολιτικές ατέρμονης λιτότητας, χωρίς φως κι ελπίδα ανάκαμψης, δίνοντας συγχρόνως ένα ισχυρό διαπραγματευτικό μέσο στα χέρια της κυβέρνησης για να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές σε νέα βάση. Ένα ισχυρό «όχι» είναι όχι στην παράδοση της χώρας στους δανειστές. Με ένα ισχυρό «όχι» οι Έλληνες θα στείλουν στον κόσμο ολόκληρο και ιδιαίτερα στους λαούς που μαστίζονται από την εφαρμογή τέτοιων πολιτικών ένα μήνυμα ελπίδας και αξιοπρέπειας απέναντι σε εκβιαστικές παρεμβάσεις και αντιδημοκρατικές συμπεριφορές.

Θα πρέπει να πούμε ότι απλές σκέψεις οδηγούν στο μη λογικό συνειρμό των επιχειρημάτων  υπέρ του «ναι» και συγκεκριμένα:

 

Η πλευρά του «όχι» επιχειρηματολογεί ότι σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή του «όχι», θα δοθεί ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στην κυβέρνηση για την συνέχιση της διαπραγμάτευσης με την ευρωπαϊκή ένωση. Τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης έτσι κι αλλιώς την έχουν αποδεχθεί και οι εταίροι, ότι αυτή θα συνεχιστεί μετά το δημοψήφισμα. Η απέναντι όχθη του «όχι», δηλαδή οι υπερασπιστές του «ναι», διακηρύσσουν ότι το «όχι» σημαίνει έξω από την ΕΕ και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Διερωτάται όμως ο μέσος σκεπτόμενος άνθρωπος, σε περίπτωση που υπερισχύσει το «όχι», εάν θα συνεχίσουν οι υπερασπιστές του «ναι» να ερμηνεύουν τη βούληση του λαού ως επιθυμία του για την έξοδο από το ευρώ. Είναι προφανές ότι με ένα τέτοιο αποτέλεσμα, τη δεύτερη μέρα του δημοψηφίσματος, θα μεταβάλλουν αμέσως τη θέση τους, ότι η βούληση του λαού είναι έξω από το ευρώ. Επομένως το δίλημμα το οποίο θέτουν σήμερα στο λαό ότι ένα «όχι» σημαίνει έξω από το ευρώ είναι λογικά αβάσιμο, αφού και οι ίδιοι δεν θα το αποδεχτούν. Επίσης το επιχείρημα ότι οι εταίροι θα εκλάβουν το όχι σαν επιθυμία του λαού για έξοδο από το ευρώ δεν είναι αληθές, αφού οι ίδιοι οι ευρωπαίοι ομιλούν ότι οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν αμέσως μετά το δημοψήφισμα με οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Άρα και αυτή η πλευρά του διλήμματος είναι λογικά αβάσιμη.

Διακηρύσσουν επίσης οι ξένοι ότι ασφαλώς και μπορούν οι λαοί να εκφράζονται ελεύθερα και να καταγράφουν τη βούληση τους με δημοψηφίσματα. Πως όμως εξηγείται όλη αυτή η εκστρατεία κατά της ελεύθερης βούλησης του λαού και της επίθεσης στην ελεύθερη φρόνηση και γνώμη του με χιλιάδες παρεμβάσεις υπέρ του ναι έξω από τη χώρα και μάλιστα από αρχηγούς κρατών, από κορυφαία όργανα της ΕΕ και από άλλους θεσμικούς και εξωθεσμικούς παράγοντες, που έχουν ή όχι επιστρατευθεί; Εάν όλοι αυτοί επιθυμούν το καλό της Ελλάδας και το καλό μας, τότε πως εξηγούνται τα δεινά της χώρας τα τελευταία πέντε χρόνια με τα δικά τους μνημόνια και μέτρα; Πως εξηγούνται τα εκατομμύρια ανέργων, οι εκατοντάδες χιλιάδες λουκέτων στις επιχειρήσεις, η άνευ προηγουμένου κοινωνικοοικονομική καταστροφή, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, η αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού, η καταρράκωση του ηθικού και της αξιοπρέπειας των Ελλήνων, η ανθρωπιστική κρίση, οι χιλιάδες αυτοκτονίες; Πως εξηγείται, αφού θέλουν το καλό μας και ενώ γνωρίζουν και διακηρύσσεται από όλους τους έγκυρους οικονομολόγους μέσα και έξω από τη χώρα, αλλά και το ΔΝΤ, ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, ότι ούτε ένα ευρώ δεν κατευθύνεται στην πραγματική οικονομία και την ανάπτυξη, ότι όλα τα μνημονιακά μέτρα είναι αντιαναπτυξιακά και στην κατεύθυνση απορρύθμισης της οικονομίας και στην φτωχοποίησή της, να μην λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, ώστε μέσα από την ανάπτυξη να αποπληρωθούν και τα δάνειά τους, αλλά επιμένουν στα γνωστά υφεσιακά μέτρα που επιφέρουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα; Πως εξηγείται να μην λαμβάνουν διορθωτικά μέτρα για τη δική τους λανθασμένη οικονομική πολιτική όπως έχουν οι ίδιοι αποδεχθεί και να συνεχίζουν στην ίδια καταστροφική πολιτική; Επιπλέον με αφορμή το δημοψήφισμα είναι μέσα και έξω από τη χώρα καθομολογούμενο αλλά και δια του τύπου (ντόπιου και ξένου και αναφερόμαστε σε μεγάλες εφημερίδες με διεθνή εμβέλεια) ότι δεν επιθυμούν να έχουν συνομιλητή στα ευρωπαϊκά όργανα τον πρωθυπουργό της χώρας Αλέξη Τσίπρα αλλά και τους υπουργούς της κυβέρνησής του. Διερωτάται όμως κανείς με τέτοιου είδους εκδηλώσεις και συμπεριφορές από θεσμικά όργανα της ΕΕ πόσο πράγματι είναι σεβαστή η αξία των δημοκρατικών αρχών και ιδεωδών που επαγγέλλονται και προσπαθούν να μας πείσουν ότι σέβονται και υπηρετούν;

 

 

 

Η πολιτική του Αλέξη Τσίπρα θα καταγραφεί στην ιστορία και θα συμβολίζει τον αγώνα ενός λαού για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Θα προβάλει τον αγώνα της χώρας, που γέννησε την δημοκρατία, για δημοκρατία, ισοτιμία και ισονομία σε μία ένωση που έχει χάσει τον δημοκρατικό της προσανατολισμό και έχει ξεφύγει από τις ιδρυτικές της αρχές.

Η ΕΕ έχει την ευκαιρία να απομακρυνθεί από την αδιαλλαξία και να δείξει ότι έχει την ευελιξία στο πλαίσιο των καταστατικών της αρχών να αντιμετωπίζει κρίσεις πριν απομυθοποιηθεί, αποσυντεθεί και διαλυθεί.

Η λύση πλέον δεν εξαρτάται από την Ελλάδα ή εξαρτάται κατά ένα μικρό μέρος. Η επίλυση της κρίσης κυρίως αφορά την ΕΕ και την δημοκρατική λειτουργία των θεσμικών της οργάνων. Η ΕΕ θα πρέπει να βρει τις ρίζες της και να αποδείξει ότι μπορεί να αντιμετωπίζει προβλήματα με δικαιοσύνη, αλληλεγγύη και  σεβασμό στο ευρωπαϊκό δίκαιο, στο διεθνές δίκαιο και στο εσωτερικό δίκαιο των χωρών μελών και όχι "αλλά καρτ" να παραβιάζει τη σύμβαση της ΕΕ, όταν δεν της αρέσουν οι δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες, όταν αυτοί πρεσβεύουν πράγματι τα δημοκρατικά ιδεώδη και αγωνίζονται για το καλό της χώρας τους και κατʼ επέκταση της ΕΕ.

Ίσως υπάρχει ακόμη η ευκαιρία, την οποία η ΕΕ θα πρέπει να αξιοποιήσει αναφορικά με τα  κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών και να αποστείλει διεθνώς το μήνυμα ότι αναγνωρίζει και τιμά την προσπάθεια της Ελλάδας, χωρίς να θέτει υπεράνω των κρατών και των λαών τα συμφέροντα των τραπεζιτών και του πολυεθνικού κεφαλαίου.  

Επιστροφή