Μεγαλειώδες τρακάρισμα
7 Νοεμβρίου 2013, 14:32
Τέλος καλό, όλα καλά!
Ήταν κάποτε ο Λάκης, ο οποίος ήταν δεδομένος ομοφυλόφιλος στη γειτονιά του. Ένα ωραίο πρωινό ο Λάκης σκέφτηκε να πάρει το κατσαριδάκι του και να πάει μια εκδρομή στο βουνό. Στο δρόμο όμως, δεν ήταν από τους καλύτερους οδηγούς, οδηγούσε με 30χμ/ω, στη μέση του δρόμου, χωρίς φλας και γενικά έπαιζε με τα νεύρα των άλλων οδηγών ενώ παράλληλα είχε βάλει στόχο μοτοσυκλετιστές και γριούλες.
Κάποια στιγμή ενώ ανέβαινε το βουνό είχε δημιουργήσει μια ουρά οχημάτων πίσω του με πρώτο μια νταλίκα, της οποίας ο καημένος οδηγός, προσπαθούσε εδώ και ώρες να προσπεράσει χωρίς επιτυχία και είχε φθάσει στα όρια του. Κάποια στιγμή μην αντέχοντας άλλο, παρατηρεί ένα άνοιγμα στο δρόμο και πατάει γκάζι προσπαθώντας να προσπεράσει, αλλά δυστυχώς καταλήγει πάνω στο κατσαριδάκι σε ένα μεγαλειώδες τρακάρισμα.Βγαίνουν έξω λοιπόν και οι δύο και αρχίζουν να τσακώνονται:
- Σαν δεν ντρέπεσαι οδηγέ της κακιάς ώρας, που έχεις το θράσος να βγαίνεις και στο δρόμο με το σαράβαλο σου και να σπας τα νεύρα των ανθρώπων. Κάποιοι από εμάς έχουν και δουλειές και μας καθυστερείς.
- Ντροπή σου παλιο-μαντραχαλά, που νομίζεις ότι επειδή το έχεις μεγαλύτερο, το όχημα, μπορείς να μιλάς κι έτσι! Να τώρα να δεις τι θα σου κάνω, θα πάρω τηλέφωνο τον φίλο μου τον Μπάμπη που είναι δικηγόρος και θα δεις τι θα σου κάνουμε.
Σηκώνει το κινητό παίρνει τηλέφωνο και μονολογεί:
"Έλα Μπάμπη χρυσέ μου, τί κάνεις; Που να στα λέω, εδώ με τράκαρε ένας αγριάνθρωπος, κακιασμένος. Να σου πώ, τι μπορούμε να του κάνουμε, για πες; Μμμμ, μάλιστα, τι θα του πάρουμε; τις οικονομίες του; Μπράβο, μπράβο. Και το σπίτι του; Και το αυτοκίνητο του; Θα του κάνουμε και μήνυση για ψυχική οδύνη; Και τί άλλο για πες;"
Τον ακούει τόση ώρα ο νταλικιέρης κι έχει φορτώσει. Οπότε κάποια στιγμή μην αντέχοντας άλλο του φωνάζει:
"Βρε άντε και παράτα μας, απομίμιση άντρα, τα τρία μου θα πάρεις!"
Τον ακούει ο Λάκης, γουρλώνει τα μάτια και λέει στο τηλέφωνο:
"Μπάμπη άκυρο, τα βρήκαμε!"
Κάποια στιγμή ενώ ανέβαινε το βουνό είχε δημιουργήσει μια ουρά οχημάτων πίσω του με πρώτο μια νταλίκα, της οποίας ο καημένος οδηγός, προσπαθούσε εδώ και ώρες να προσπεράσει χωρίς επιτυχία και είχε φθάσει στα όρια του. Κάποια στιγμή μην αντέχοντας άλλο, παρατηρεί ένα άνοιγμα στο δρόμο και πατάει γκάζι προσπαθώντας να προσπεράσει, αλλά δυστυχώς καταλήγει πάνω στο κατσαριδάκι σε ένα μεγαλειώδες τρακάρισμα.Βγαίνουν έξω λοιπόν και οι δύο και αρχίζουν να τσακώνονται:
- Σαν δεν ντρέπεσαι οδηγέ της κακιάς ώρας, που έχεις το θράσος να βγαίνεις και στο δρόμο με το σαράβαλο σου και να σπας τα νεύρα των ανθρώπων. Κάποιοι από εμάς έχουν και δουλειές και μας καθυστερείς.
- Ντροπή σου παλιο-μαντραχαλά, που νομίζεις ότι επειδή το έχεις μεγαλύτερο, το όχημα, μπορείς να μιλάς κι έτσι! Να τώρα να δεις τι θα σου κάνω, θα πάρω τηλέφωνο τον φίλο μου τον Μπάμπη που είναι δικηγόρος και θα δεις τι θα σου κάνουμε.
Σηκώνει το κινητό παίρνει τηλέφωνο και μονολογεί:
"Έλα Μπάμπη χρυσέ μου, τί κάνεις; Που να στα λέω, εδώ με τράκαρε ένας αγριάνθρωπος, κακιασμένος. Να σου πώ, τι μπορούμε να του κάνουμε, για πες; Μμμμ, μάλιστα, τι θα του πάρουμε; τις οικονομίες του; Μπράβο, μπράβο. Και το σπίτι του; Και το αυτοκίνητο του; Θα του κάνουμε και μήνυση για ψυχική οδύνη; Και τί άλλο για πες;"
Τον ακούει τόση ώρα ο νταλικιέρης κι έχει φορτώσει. Οπότε κάποια στιγμή μην αντέχοντας άλλο του φωνάζει:
"Βρε άντε και παράτα μας, απομίμιση άντρα, τα τρία μου θα πάρεις!"
Τον ακούει ο Λάκης, γουρλώνει τα μάτια και λέει στο τηλέφωνο:
"Μπάμπη άκυρο, τα βρήκαμε!"