ΧΑΛΚΙΔΑ: Από τις σελίδες του Έκτορος Μαλό στον πεζόδρομο της Αβάντων
Μια σκηνή βγαλμένη από τη λογοτεχνία ζωντάνεψε λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα στον πεζόδρομο της Αβάντων, στη Χαλκίδα, θυμίζοντας σε πολλούς το διαχρονικό μυθιστόρημα του Έκτορος Μαλό «Χωρίς Οικογένεια».
Στο μυθιστόρημα ο μικρός Ρεμί, μόλις οκτώ ετών, συναντά τον περιοδεύοντα καλλιτέχνη κύριο Βιτάλη με τα ζώα του. Η πραγματικότητα φάνηκε να μιμείται την τέχνη ή μήπως συνέβη το αντίστροφο;
Το 1878, στη Γαλλία, ο Μαλό αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που ταξιδεύει από πόλη σε πόλη με τα εκπαιδευμένα ζώα του, δίνοντας παραστάσεις στον δρόμο για να επιβιώσει με αξιοπρέπεια.
Ακριβώς 147 χρόνια αργότερα, το 2025, ένα ανάλογο στιγμιότυπο εκτυλίχθηκε στην καρδιά της Χαλκίδας, μπροστά στα μάτια ανυποψίαστων περαστικών.
Στη μέση του δρόμου, πάνω σε μια απλή κουρελού, δύο εκπαιδευμένα σκυλιά περίμεναν ήσυχα τα παραγγέλματα του αφεντικού τους. Ανάμεσά τους, ένα μικρό καλαθάκι για τα κέρματα, που έριχναν οι περαστικοί.
Αυτή ήταν η μοναδική "σκηνή" μιας παράστασης χωρίς εισιτήριο. Οι διαβάτες κοντοστέκονταν, τα παιδιά χαμογελούσαν και τα κινητά σηκώνονταν για να απαθανατίσουν τη στιγμή.
Με πειθαρχία και ακρίβεια, τα σκυλιά εκτελούσαν τα κόλπα τους. Η κορύφωση ήρθε όταν, μετά από ένα σύντομο παράγγελμα, το ένα σκυλί έριξε επίτηδες το καλαθάκι, σκορπίζοντας τα κέρματα στο έδαφος.
Ο καλλιτέχνης τα μάζεψε, αφήνοντας το καλαθάκι πεσμένο. Τότε, το δεύτερο σκυλί το σήκωσε προσεκτικά με το πόδι και το στόμα του και το τοποθέτησε ξανά στη θέση του, προκαλώντας αυθόρμητο χειροκρότημα και συγκίνηση.
Όσοι είχαν διαβάσει το μυθιστόρημα δεν χρειάστηκαν δεύτερη σκέψη για να αναγνωρίσουν τον παραλληλισμό. Ήταν προφανές ότι αναβίωνε μία σκηνή ενός λογοτεχνικού έργου, που εκδόθηκε το 1878.
Ο σύγχρονος «κύριος Βιτάλης» δεν ταξίδευε με άμαξα ούτε είχε μαζί του μαϊμού και τρία σκυλιά, όμως το πνεύμα της ιστορίας ήταν εκεί. Η τέχνη του δρόμου, η ανάγκη για επιβίωση και η σιωπηλή αξιοπρέπεια ανθρώπων, που συνεχίζουν να δημιουργούν, ακόμη και στο περιθώριο.
Σε μια εποχή γρήγορων εικόνων και βιαστικών βημάτων, η Χαλκίδα έγινε για λίγο σκηνικό ενός ζωντανού μυθιστορήματος, αποδεικνύοντας πως ορισμένες ιστορίες δεν παλιώνουν ποτέ, απλώς αλλάζουν τόπο.




















