Περί Νομίσματος και Χρέους!

Περί Νομίσματος και Χρέους!
20 Ιουνίου 2011, 15:00
A+ A-
Nέο άρθρο του δικηγόρου Γιώργου Σπύρου για το -όχι απαραίτητα απευκταίο- ενδεχόμενο επιστροφής στη δραχμή.

* Συνέχεια από το "περί κουρέματος και δραχμής"

«Σε προηγούμενη ανάρτηση, έγινε μια προσπάθεια προσέγγισης του περιεχομένου του ελληνικού χρέους και υπήρξε πρόταση για μια ήπια και δίκαιη -για δανειστές και δανειζόμενους- αναδιάρθρωσή του.

Στην παρούσα ανάρτηση, γίνεται προσπάθεια ανάδειξης της σχέσης χρέους – νομίσματος και πιο συγκεκριμένα τεκμηρίωσης της θέσης, ότι σημαντικό τμήμα του χρέους της περιφέρειας της Ευρωζώνης οφείλεται στο ακριβό και σκληρό Ευρώ.

Εισαγωγικά, όμως, θα πρέπει να γίνουν κάποιες βαρετές, αλλά αναγκαίες αναφορές σε βασικές παραδοχές της κλασσικής οικονομικής θεωρίας και επιστήμης.

α) Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών:
Είναι η διαφορά των εσόδων που προέρχονται από το εξωτερικό από την πώληση αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στην ημεδαπή, μείον τα έξοδα που προέρχονται από την κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στην αλλοδαπή.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επηρεάζει τόσο την κλιμάκωση, όσο και την αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, καθώς το έλλειμμα στο παραπάνω ισοζύγιο οδηγεί νομοτελειακά στην ανάγκη δανεισμού και αντίθετα το πλεόνασμα σε περίσσεια κεφαλαίων, τα οποία μοιραία καταλήγουν στην αγορά είτε του ίδιου χρέους είτε του χρέους άλλων (ελλειμματικών) χωρών.

Οι ελλειμματικές χώρες συσσωρεύουν ιδιωτικό και δημόσιο χρέος και οι πλεονασματικές αγοράζουν αυτό το χρέος με τα συναλλαγματικά τους αποθέματα, τα οποία συσσωρεύονται λόγω του πλεονασματικού τους εμπορικού και γενικότερα συναλλακτικού τους ισοζυγίου.

Η κλασσική οικονομική θεωρία απεχθάνεται τόσο τα εμπορικά ελλείμματα όσο και τα πλεονάσματα, τα οποία "ανέχεται" μόνο ως πρόσκαιρα φαινόμενα. Τα θεωρεί ως πρόσκαιρες στρεβλώσεις.

Οι στρεβλώσεις αυτές θεωρείται (και στην πράξη σε μεγάλο βαθμό αυτό συμβαίνει) ότι αποκαθίστανται από την ίδια την αγορά μέσω του μηχανισμού των συναλλαγματικών ισοτιμιών.

β) Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες:
Μια χώρα που είναι ελλειμματική στο συναλλακτικό της ισοζύγιο "υφίσταται" υποτίμηση του νομίσματός της (από την αγορά συναλλάγματος) και έτσι ανακτά τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα.

Αντίθετα, μια χώρα που είναι πλεονασματική "επιβραβεύεται" με ανατίμηση του νομίσματός της και έτσι χάνει κομμάτι της ανταγωνιστικότητάς της (αφού ακριβαίνουν τα προϊόντα που εξάγει), με αποτέλεσμα να επέρχεται ισορροπία στο σύστημα.

Παρότι ο κανόνας αυτός είναι σωστός στη σύλληψή του, δεν σημαίνει ότι πράγματι εφαρμόζεται και στην πράξη χωρίς στρεβλώσεις.

Η Κίνα, επί παραδείγματι, κατηγορείται ότι με τεχνητό τρόπο κρατά υποτιμημένο το νόμισμά της, για να εξασφαλίζει ένα αθέμιτο εμπορικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων χωρών.

Στην περίπτωση αυτή εμπλέκονται και ζητήματα θεσμών και δημοκρατίας, που είναι απαραίτητες προϋποθέσεις (κατά την κλασσική θεωρία) για την ανάπτυξη πλήρως ανταγωνιστικών αγορών. Αλλά ας μην μπλέξουμε με τις εξαιρέσεις και ας μείνουμε στον κανόνα.

γ) Η ανταγωνιστικότητα:
Για την ανταγωνιστικότητα μεταξύ των οικονομιών υπάρχουν πολλοί ορισμοί, όμως απλοποιώντας θα μπορούσαμε να πούμε χωρίς λάθος, ότι η έννοια αφορά στην ικανότητα μιας χώρας να πουλάει στις διεθνείς αγορές τα καλύτερα ποιοτικά προϊόντα στις σχετικά φθηνότερες δυνατές τιμές, εις τρόπον ώστε αυτά να επικρατούν επιτυχώς στον διεθνή ανταγωνισμό σε σχέση με άλλα ομοειδή προερχόμενα από άλλες χώρες.

Κοντολογίς, δύο είναι οι παράγοντες διαμόρφωσης της ανταγωνιστικότητας ενός προϊόντος στις διεθνείς αγορές:
α) Η ποιότητα και κυρίως η θετική αναγνωρισιμότητα του προϊόντος (brand name).
β) το φθηνό κόστος κατασκευής.

Μεταξύ των βιομηχανικών προϊόντων, το πρώτο κριτήριο το πληρούν τα γερμανικά κυρίως προϊόντα και το δεύτερο τα κινέζικα και ινδικά προϊόντα λόγω της εξευτελιστικής αμοιβής της εργασίας, που ενσωματώνεται στο κόστος παραγωγής.

Στη χειρότερη θέση βρίσκονται τα βιομηχανικά προϊόντα των χωρών που δεν είναι τόσο αναγνωρίσιμα όσο τα γερμανικά και δεν είναι τόσο φθηνά όσο τα κινέζικα.
Τα προϊόντα δηλαδή της λεγόμενης περιφέρειας της Ευρωζώνης.

Επίσης, σε δεινή θέση βρίσκονται και τα περισσότερα αγροτικά προϊόντα της Ευρωζώνης, καθώς δέχονται ανταγωνισμό από χώρες με φθηνό νόμισμα (Τουρκία, Αίγυπτος, Χιλή κλπ), πρόβλημα που επίσης αφορά κυρίως τις χώρες του Νότου, που στηρίζουν σημαντικό μέρος του ΑΕΠ στην αγροτική παραγωγή.

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ
Είπαμε παραπάνω ότι ο μηχανισμός εξισορρόπησης των συναλλακτικών ανισοτήτων είναι αυτός των συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Έτσι η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία αν ήσαν εκτός Ευρωζώνης θα είχαν σήμερα ένα νόμισμα αρκετά φθηνότερο από το ευρώ, έτσι ώστε οι πολίτες τους να αγοράζουν δύσκολα τα εισαγόμενα (γερμανικά και κινέζικα) προϊόντα και να πουλούν εύκολα τα δικά τους προϊόντα στην εγχώρια και στις ξένες αγορές.

Το φθηνό νόμισμα θα έκανε ανταγωνιστικές τις οικονομίες αυτές.

Αυτονόητο είναι ότι κάτι τέτοιο θα τόνωνε την παραγωγική βάση των παραπάνω χωρών, θα μείωνε την ανεργία και θα βελτίωνε τη θέση τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και καταμερισμό παραγωγής, εργασίας και υπηρεσιών (τουρισμός).

Η Γερμανία όμως, ως χώρα με υψηλή ανταγωνιστικότητα, έχει αντίθετο συμφέρον. Μπορεί και θέλει να πουλάει ακριβά. Τα προϊόντα της έχουν ζήτηση από ανερχόμενες οικονομικές τάξεις σε όλο τον κόσμο και επιπλέον τα συναλλαγματικά της πλεονάσματα θέλει να τα έχει σε ένα πολύ σκληρό νόμισμα, εις τρόπον ώστε το αποθησαύρισμα του παραγόμενου πλούτου της να αναβαθμίζεται και όχι να απομειώνεται λόγω ενός πληθωριζόμενου και φθίνοντος νομίσματος.

Επίσης, η Γερμανία ευνοείται από το ακριβό Ευρώ των χωρών της περιφέρειας της Ευρωζώνης, γιατί έτσι οι πολίτες τους μπορούν να αγοράσουν εύκολα τα βιομηχανικά προϊόντα της Γερμανίας, τα οποία αλλιώς (αν οι χώρες αυτές είχαν εθνικά νομίσματα) θα ήσαν ακριβά για αυτούς και επομένως μη ανταγωνιστικά.

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι το ενιαίο νόμισμα δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τα συγκρουόμενα συμφέροντα του συνόλου των χωρών της Ευρωζώνης, αλλά αντίθετα αναπαράγει αποκλίσεις μεταξύ των οικονομιών τους, εξυπηρετώντας τελικά τα συμφέροντα αποκλειστικά της Γερμανίας.

Η Γερμανία υπαγόρευσε τις πολιτικές της επιλογές για ένα σκληρό Ευρώ στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, μέσω της συνθήκης του Μάαστριχτ.

Εκεί, επέβαλε τους όρους για το μέγιστο επιτρεπτό ύψος του ελλείμματος και του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ κάθε χώρας, αλλά κυρίως παραχώρησε τη νομισματική πολιτική στην αποκλειστική και πολιτικά αδιαμεσολάβητη αρμοδιότητα της ΕΚΤ και του Συμβουλίου Κεντρικών Τραπεζιτών.

Αυτοί μόνο μπορούσαν να αποφασίσουν για πολιτικές «ποσοτικής χαλάρωσης» και όχι τα πολιτικά όργανα της Ε.Ε.

Όπως είναι φυσικό, το κύριο μέλημα των τραπεζιτών δεν είναι η ανταγωνιστικότητα των χωρών της περιφέρειας της Ευρωζώνης, που μπορεί να σημαίνει ανάγκη χαλάρωσης του Ευρώ, αλλά το ισχυρό αποθεματικό νόμισμα ώστε να διατηρείται υψηλή η σχετική αξία του νομίσματος ως προς τα αγαθά.

Έτσι, αν η Θάτσερ ταυτίστηκε πολιτικά με τον μονεταρισμό (χρηματοκρατία) στην Ευρώπη, το Μάαστριχτ έκανε ένα βήμα παραπέρα και τον κατέστησε συνταγματικό θεμέλιο του οικοδομήματος τη Ε.Ε.

Κυρίαρχος πυλώνας αυτού του θεμελιακού αξιώματος είναι: «Μπορεί να καταστραφεί όλο το παραγωγικό σύμπαν, αλλά είναι αδύνατο να θιγεί η σχετική αξία του χρήματος προς τα αγαθά. Αντιθέτως, θα πρέπει αυτή συνεχώς να αναβαθμίζεται.».

Το αξίωμα αυτό ευνοεί εξωφρενικά τους κατόχους ρευστότητας σε βάρος όλων των υπολοίπων συντελεστών παραγωγής.

Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ, έχοντας ελλειμματική οικονομία, συσσωρεύουν χρέη και τα χρέη αυτά τα αντιμετωπίζουν με πολιτικές πληθωριστικές, με κόψιμο νέου χρήματος, τις οποίες αποκαλούν εύηχα πολιτικές «ποσοτικής χαλάρωσης».

Με λίγα λόγια, πληρώνουν τους δανειστές τους όχι με χρήμα που παράγουν από την οικονομία τους, αλλά με χρήμα που παράγουν στο νομισματοκοπείο τους, πράγμα που σημαίνει ότι απομειώνουν την αξία του κυκλοφορούντος χρήματος, κάνοντας το δολάριο ένα νόμισμα φθηνό που τελικά όμως βοηθάει την ανταγωνιστικότητα της Αμερικάνικης οικονομίας.

Στο ενδιάμεσο αυτών των αντίθετων πολιτικών σχετικά με την αξία του χρήματος, έρμαια είναι οι χώρες όπως η Ελλάδα ή η Πορτογαλία ή η Ισπανία που έχουν, χωρίς να το θέλουν, ένα νόμισμα αναβαθμισμένο κατά 45% έναντι του δολαρίου μέσα στην τελευταία δεκαετία και έτσι δεν μπορούν αν σταθούν μέσα στις διεθνείς αγορές.

Το σκληρό Ευρώ λοιπόν, είναι σκέτη συμφορά για την ανταγωνιστικότητα των χωρών του Νότου.

Όλα τα παραπάνω αναφέρθηκαν για να γίνει ξεκάθαρο ότι αν θέλει η Ελλάδα να αποκλιμακώσει το χρέος της, πρέπει να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της στη διεθνή αγορά και να ανασυντάξει την παραγωγική της βάση και δεν μπορεί να το κάνει αυτό με το σκληρό Ευρώ, γιατί αυτό το νόμισμα λειτουργεί κυρίως ως αποθεματικό και καθόλου ως παραγωγικό ανταγωνιστικό νόμισμα για τις οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου.

Οι συνέπειες από ένα Ευρώ με χαρακτηριστικά σαν αυτά που αναλύσαμε οξύνονται με ακραίο τρόπο, κυρίως γιατί απουσιάζει η ενιαία πολιτική και οικονομική δημοκρατική διακυβέρνηση στα όρια του οικονομικού συνόλου που αυτό εφαρμόζεται (Ευρωζώνη).

Αν είχαμε ενιαίο προϋπολογισμό και μετράγαμε το χρέος και το έλλειμμα στο Γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι του κράτους μέλους, τα πράγματα θα ήσαν καλύτερα απʼ ότι είναι σήμερα γιατί αν και πάλι θα είχαμε πλούσιο βορρά και φτωχό νότο, τουλάχιστον όμως δεν θα είχαμε πλεονασματικό βορρά και καταχρεωμένο νότο.

Συνεπώς, το δίλλημα σήμερα είναι: ή πάμε σε μια Ευρώπη με ενιαία δημοκρατική διακυβέρνηση ή το μόρφωμα αυτό που λέγεται Ευρώ δεν πάει άλλο.

ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι για την Ευρώπη.

Ο κόμπος που έφτασε ήδη στο χτένι της ιστορίας της Ε.Ε., είναι το πρόβλημα δημόσιου χρέους της Ελλάδας.

Η ανάγκη και η πορεία των πραγμάτων οδηγεί το χτένι με δύναμη πάνω στον κόμπο.

Και ο κόμπος τώρα είναι που ή θα λυθεί ή θα σπάσει.

Εγώ πιστεύω ακράδαντα και χωρίς φόβο ότι ο κόμπος θα σπάσει.
(Στην πραγματικότητα, το πιθανότερο σενάριο είναι να επιβιώσει το Ευρώ σαν νόμισμα της Γερμανίας και κάποιων χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης.)

Ο κόμπος θα σπάσει γιατί αντί να καλλιεργείται η προσέγγιση και η σύγκλιση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., αντίθετα καλπάζει ο οικονομικός εθνικισμός και αυτό μόνο ένας τυφλός δεν μπορεί να το δει.

Άρα λοιπόν, είναι αναγκαία τώρα όσο ποτέ άλλοτε μια εθνική στρατηγική της Ελλάδας για την οικονομία και για το νόμισμα.
Σε αντίθετη περίπτωση, η χώρα μας κινδυνεύει να γίνει η παράπλευρη απώλεια ενός ατυχούς εγχειρήματος.

Δηλαδή, μετά την κατάρρευση του Ευρώ, η οποία σίγουρα θα επέλθει, να ζούμε σε μια χώρα με ξεπουλημένο τον εθνικό της πλούτο, με απαξιωμένη την παραγωγική της βάση και με μια κατάχρεη οικονομία.

Είναι λυπηρό, ότι όχι μόνο δεν κυοφορείται και πολύ περισσότερο δεν σχεδιάζεται μια τέτοια εθνική στρατηγική, αλλά αντίθετα οι πολιτικές ελίτ της χώρας εμμένουν στην ατελέσφορη προσπάθεια εξεύρεσης λύσης για το πρόβλημα της χώρας μέσα από τους κανόνες και τους όρους ενός ήδη χρεοκοπημένου μηχανισμού.

Πρέπει να το πάρουμε απόφαση:
Η λύση για τη χώρα βρίσκεται έξω από τους κανόνες λειτουργίας του υπάρχοντος συστήματος της Ευρωζώνης και μέρος αυτής της λύσης είναι οπωσδήποτε η επιστροφή στη δραχμή και η αναδιαπραγμάτευση του Ελληνικού χρέους και όχι μόνο του μνημονίου.

Όπως όμως είπαμε, αυτή η μετάβαση απαιτεί εθνικό σχέδιο το οποίο, ενώ δεν είναι δύσκολο να υπάρξει, κανείς δεν ασχολείται με αυτό, καθώς οι ευρωλάγνες πολιτικές μας ελίτ δεν το αντιμετωπίζουν σοβαρά, ως ένα πιθανό ενδεχόμενο…

Η ΠΡΟΤΑΣΗ
Όμως, επειδή πιστεύω ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα στην οικονομία και ισοδυναμεί με αργό αλλά βέβαιο θάνατο, δεν είναι μονόδρομος, αλλά και με την ευκαιρία του διαγγέλματος του πρωθυπουργού, στο οποίο αυτός εζήτησε «όποιος έχει κάποια έξυπνη ιδέα να την πει» και φυσικά, έχοντας επίγνωση ότι δεν είμαι κανένας σοφός, αλλά ένας απλός πολίτης που δεν τρώω άλλο το παραμύθι, θα τολμήσω να εκφράσω ένα σενάριο που θα μπορούσε να είχε ήδη υλοποιηθεί:

Ο πρωθυπουργός πηγαίνει στα όργανα της Ε.Ε. που συνεδριάζουν εντατικά για την Ελλάδα αυτόν τον μήνα και κάνει την εξής τοποθέτηση:
Ή ξεκινάμε αμέσως μια διαδικασία ευρωπαϊκής ενοποίησης (πράγμα απίθανο να γίνει αποδεκτό) ή η χώρα μας θα αναγκαστεί να αναζητήσει λύση έξω από το Ευρώ.

Και καθώς δεν θα επιστρέψει έχοντας μια απάντηση, γυρνάει πίσω τουλάχιστον έχοντας λάβει μια απόφαση, την οποία θα εφαρμόσει με τα εξής βήματα:
1ον ) Πάγωμα των καταθέσεων (για να παγώσουν οι εκροές) για 10 ημέρες.
Εννοείται ότι συναλλαγές από λογαριασμό σε λογαριασμό με αντίστοιχο παραστατικό της εμπορικής πράξης θα γίνονται απρόσκοπτα.
2ον ) Ανακοίνωση της επιστροφής στη δραχμή και ετύπωση νομίσματος σε ποσότητα που να υπηρετεί χωρίς να πληθωρίζει την αγορά. Το κράτος πραγματοποιεί τις εσωτερικές πληρωμές με το νέο νόμισμα.
3ον ) Η δραχμή αρχικά θα κλειδώσει σε μια ισοτιμία που θα αντιστοιχεί στην αφετηριακή σχέση ευρώ – δολαρίου, δηλαδή 1 προς 1.
Γεγονός που σημαίνει υποτίμηση 45% προς το Ευρώ.
Η ρευστότητα που αρχικά θα διατεθεί θα είναι τόση, ώστε να εξυπηρετηθεί αυτός ο στόχος ισοτιμίας προς δολάριο και ευρώ.
4ον ) Δεν θα μετατρέψει τις καταθέσεις των ελλήνων (που είναι σε Ευρώ) σε δραχμές, αλλά θα εξισορροπήσει την ωφέλεια που θα προκύψει υπέρ αυτών από την υποτίμηση, με μια εφάπαξ εισφορά μικρότερη από την υποτίμηση (25 έως 30%). Έτσι, το μεν Ελληνικό Δημόσιο θα βρεθεί με μια ρευστότητα σε συνάλλαγμα της τάξης των 50 δις Ευρώ. Η δε αγορά θα έχει μια μεγάλη ρευστότητα σε συνάλλαγμα (περίπου 130 δις Ευρώ).
5ον ) Στάση πληρωμών στο χρέος και αναδιαπραγμάτευσή του ώστε αυτό να απαλλαγεί από τα πανωτόκια που ανέρχονται, όπως αναλύσαμε προηγούμενα, σε ένα ποσό γύρω στα 150 δις Ευρώ. Η αναδιαπραγμάτευση αυτή θα καταστήσει το χρέος βιώσιμο με τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία χωρίς ουσιαστικά ζημίες, αφού θα πληρωθούν για το κεφάλαιό τους και θα εισπράξουν και επιτόκιο 1%, γεγονός που δεν θα επιβαρύνει τη θέση της χώρας στις διεθνείς αγορές και τους διεθνείς οργανισμούς.
6ον ) Απελευθέρωση των τραπεζικών συναλλαγών, αποκατάσταση της ομαλότητας.

Αυτές οι πολιτικές πράξεις θα έχουν τις εξής συνέπειες:
• Η ρευστότητα που θα μπει στην αγορά μέσω αυτής της πολιτικής που ισοδυναμεί με "ποσοτική χαλάρωση", θα ενεργοποιήσει τους αδρανείς παραγωγικούς συντελεστές και θα επανεκκινήσει την οικονομία, σώζοντας το τραπεζικό σύστημα και τα ασφαλιστικά ταμεία.
• Την επόμενη μέρα, θα είναι ελκυστικός ο τουρισμός μας, θα είναι βιώσιμη η αγροτική εκμετάλλευση και οι συναφείς βιομηχανικές δραστηριότητες (πχ. ελληνικά λιπάσματα), θα ξαναδουλέψουν οι ελληνικές βιομηχανίες και βιοτεχνίες, θα αποκλιμακωθεί η ανεργία, θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας.
• Θα έχει πράγματι υποστεί προσωρινό πλήγμα η νεκρή εργασία και η νεκρή επιχειρηματικότητα, που έχει αποκρυσταλλωθεί σε τραπεζικές καταθέσεις, αλλά (και αυτό είναι απείρως σημαντικότερο) θα έχει δοθεί ισχυρή ώθηση στη ζωντανή εργασία και τη ζωντανή επιχειρηματικότητα, η οποία παράγοντας νέες υπεραξίες θα αντικαταστήσει σταδιακά με νέες κερδοφορίες τις απώλειες αυτές, φουσκώνοντας με νέα και υγιή κεφάλαια ξανά τους τραπεζικούς λογαριασμούς των ενεργών συντελεστών της παραγωγής.
Από την άλλη, η επανεκκίνηση της οικονομίας θα σώσει τα ασφαλιστικά ταμεία, εξασφαλίζοντας τους ανενεργούς παραγωγικούς συντελεστές (συντάξεις).
• Το παράδειγμα της Ελλάδας γρήγορα θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες της Ευρωζώνης που έχουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας, αφήνοντας το Ευρώ στη Γερμανία και στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα.
• Οι χώρες του πυρήνα γρήγορα θα καταλάβουν ότι είχαν ωφέλειες από την εξέλιξη αυτή, καθώς μέσω της αποχώρησης των χωρών της περιφέρειας, πήγαν σε μια χρήσιμη και γιʼ αυτές "ποσοτική χαλάρωση", χωρίς να αναγκαστούν να κόψουν νέο νόμισμα, αφού το ίδιο πλήθος κυκλοφορούντων νομισμάτων θα αντιστοιχεί πλέον στο ΑΕΠ λιγότερων χωρών.
• Η πρακτική αυτή θα λειτουργήσει σαν βαλβίδα εκτόνωσης της έλλειψης ρευστότητας στην Ευρωζώνη, θα αποσυμπιέσει την παγκόσμια πίεση ανακουφίζοντας τις αγορές, οι οποίες θα την έχουν βγάλει καθαρή και σʼ αυτήν την παρτίδα.
• Επίσης, οι χώρες του πυρήνα θα έχουν απαλλαγεί από το πρόβλημα χρέους και ελλειμμάτων της περιφέρειας, το οποίο απειλεί και τη δική τους σταθερότητα.
• Μετά, οι χώρες που θα μείνουν στο ευρώ (του πυρήνα της Ευρωζώνης), έχοντας περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά, ίσως να επιχειρήσουν με περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας το πείραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, που σημαίνει: ένα νόμισμα – μια οικονομία – μια διακυβέρνηση, χωρίς έλλειμμα δημοκρατικής αντιπροσώπευσης.

Η έξοδος την Ελλάδας από το Ευρώ, δεν σημαίνει έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά έξοδο μόνο από την Ευρωζώνη.

ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Όσο κι αν φαίνεται ότι όλα τα παραπάνω απαντούν και συνιστούν "μαγική" λύση στο ελληνικό οικονομικό πρόβλημα, η πεποίθησή μου είναι ότι συνιστούν λύση για ένα μόνο μέρος του προβλήματος.

Η επανίδρυση του ελληνικού κράτους ώστε αυτό να είναι ένα λειτουργικό όργανο στην υπηρεσία του πολίτη, βασικός οικονομικός μοχλός ανάπτυξης και όχι τροχοπέδη, εξαγγέλθηκε πολλαπλά και τάχα πλέον υλοποιήθηκε (με τον Καλλικράτη).

Τίποτα πιο αβάσιμο από αυτό.

Αν δεν δούμε μια σοβαρή μεταρρύθμιση που θα καταλύει την πηγή της κακοδαιμονίας, που είναι η πολυνομία και η αντιφατική νομοθεσία, η οποία τροφοδοτεί την εξουσία της γραφειοκρατίας και την ανάγκη της πολιτικής διαμεσολάβησης, δεν θα έχουμε κάνει απολύτως τίποτα.

Όλα τα παραπάνω συνιστούν πολύ μεγάλες, πολύ σημαντικές αλλαγές.

Αλλαγές που δεν γίνεται να υλοποιηθούν χωρίς τη συμμετοχή του συνόλου των δυνάμεων του έθνους.

Σήμερα, οι δυνάμεις του έθνους βρίσκονται σε εγρήγορση.

Περνάμε περίοδο εθνικής αφύπνισης, με τον λαό να είναι ενεργός και σε επιφυλακή και καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις.

Σήμερα, υπάρχει περισσότερο παρά ποτέ η ανάγκη να ανταποκριθεί το πολιτικό προσωπικό στις απαιτήσεις που θέτει ο ελληνικός λαός με την ψύχραιμη και ενεργή του στάση.

Ελπίζουμε ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι πολιτικές ηγεσίες θα καταφέρουν να ρυθμίσουν τον βηματισμό τους, στην κατεύθυνση που υποδεικνύει ο ελληνικός λαός».

Χαλκίδα 14/6/2011


Επιστροφή