Εμποροι με σταυρωμένα χέρια
* Του Ακη Θεοφανίδη
Δεν περνάμε τις καλύτερες των ημερών και αυτό είναι βέβαιο. Κατ' αρχάς, από εκεί που περιμέναμε να μας χρεωκοπήσει ο Γιωργάκης, παραλίγο να μας ρίξει στο καναβάτσο ένας...τορναδόρος, ο οποίος θα του 'χε χαλάσει ο τόρνος, και αποφάσισε να φτιάξει ένα e-mail για να περάσει την ώρα του λέγοντας ότι η χώρα θα καταρρεύσει στις 25 Μαρτίου. Οπως έγινε κατανοητό, είναι πολύ πιο εύκολο να πτωχεύσουμε απ' ό,τι περιμέναμε!
Ο εμπορικός κόσμος περνάει μεγάλες δυσκολίες. Πλην των προσωπικών εξόδων, ο έμπορος οφείλει κάθε βράδυ στο ταμείο να καταγράψει θετικό πρόσημο βάζοντας κάτω τα ημερήσια έσοδα και έξοδα. Οι τζίροι, όμως, μειώνονται, επιχειρήσεις "αποχαιρετούν" την αγορά και οι τράπεζες έχουν κλείσει τα γκισέ της δανειοδότησης.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, η πλειονότητα των εμπόρων και των επιχειρήσεων εφαρμόζει, όπως είναι αναμενόμενο, πρακτικές ΔΝΤ, δηλαδή περιστολή εξόδων. Ομως, όπως όλοι παραδέχονται, αυτό δεν αρκεί. Και στην ερώτηση "τι κάνουμε τώρα;" βλέπεις επιχειρηματίες να σταυρώνουν τα χέρια περιμένοντας τον Παπακωνσταντίνου ( ή τον...τορναδόρο!) να σώσει το μαγαζί τους.
Σαφώς, δεν είμαι οικονομολόγος για να προτείνω τις διεξόδους από την κρίση. Πολλοί κι απ' αυτούς δεν τις γνωρίζουν άλλωστε. Μερικές παρατηρήσεις, όμως, νομίζω θα βοηθήσουν στην προβληματική που απασχολεί σχεδόν καθημερινά τον εμπορικό κόσμο.
Πώς είναι δυνατόν να συνεχίζουν κάποιοι να βλέπουν τον πελάτη σαν χρήμα; Κάποιοι φίλοι Αθηναίοι είχαν έρθει για Καθαρά Δευτέρα στη Χαλκίδα και έφριξαν με την αντιμετώπιση και τα κοστόλογια ενός ουζερί της πόλης. "Μας πέταγαν τα πιάτα στο τραπέζι, μιλάγαμε στο σερβιτόρο και αυτός κοίταζε άλλου, τα φαγητά ήταν μέτρια και ο λογαριασμός αρκετά φουσκωμένος" μου είπε και δεν ψεύδεται. Δυστυχώς, η λογική "ό,τι φάνε, ό,τι πιούνε κι ό,τι αρπάξει ο κ...ς μας " ισχύει και σε άλλες περιπτώσεις, προφανώς γιατί κάποιοι πρέπει να πληρώσουν τα σπασμένα της επιχείρησεις... Κρατούμενο νο 1: Πρέπει να τελειώσουν οι αρπαχτές.
Μια μεγάλη γκάμα των επιχειρηματιών ανδρώθηκε σε εποχές εξαιρετικής κερδοφορίας. Αλλοι, έξυπνοι γαρ, (ή με γερό κομπόδεμα από πίσω) έφτασαν πιο ψηλά κι άλλοι ζούσαν καλά, πολύ απλά γιατί υπήρχε δουλειά για όλους. Κοινή συνισταμένη, όμως, αποτελούσε η άγνοια ή η περιορισμένη γνώση του αντικειμένου που εμπορεύονταν. Τώρα που οι δουλειές μειώθηκαν δραματικά, δεν βλέπω κανέναν να εμβαθύνει στον τομέα του, να ψάχνεται και να προσπαθεί α) να μάθει τη δουλειά (ας το παραδεχτεί τουλάχιστον από μέσα του ότι δεν την ξέρει) β) να την εξελίξει. Κρατούμενο νο 2: Ο νόμος της αγοράς δεν σηκώνει ημιμαθείς και όσους δεν αγαπούν ειλικρινά αυτό που κάνουν.
Επιπλέον, προφανώς κάποιοι δεν εννοούν να αποχωριστούν τις ανέσεις του παρελθόντος. Δουλεύουν στους ίδιους χαλαρούς ρυθμούς, δεν θυσιάζουν κάποιες "ιερές" απολαύσεις και προτιμούν να προσεγγίζουν τη ζωή που χάνουν, παρά να εξοικονομούν χρήματα για την ανάπτυξη της επιχείρησης ή για απρόοπτα έξοδα. Κρατούμενο νο 3: Είμαστε καλομαθημένοι.
Σε μία προσεκτική ανάγνωση της στάσης των επιχειρηματιών απέναντι στην κρίση, συνειδητοποιείς ότι ποτέ δεν φταίνε οι ίδιοι, παρά μόνο η γενικότερη κατάσταση. Σαφέστατα, δεν τα φάγαμε μαζί, όπως είπε ο Πάγκαλος. Μήπως, όμως, οι δύσκολες συνθήκες απαιτούν νέους χειρισμούς; Πριν σταυρώσουμε τα χέρια (σημειολογικά, το σταύρωμα των χεριών έχει συνδεθεί με τους νεκρούς, αν μας λέει κάτι αυτό...), μήπως να φτιάχναμε το μαγαζί; Μήπως να εκπαιδεύσουμε το τραλαλί και τραλαλό προσωπικό μας που παίζει πασιέντζα, γιατί δεν μπαίνει πελάτης μέσα; Μήπως να φέρναμε κάποια νέα προϊόντα; Οταν, όμως, στα "μήπως", απαντάς ότι " ο κόσμος δεν έχει λεφτά" σημαίνει ότι σκέφτεσαι ακόμα με τα δεδομένα των καλών καιρών, γιατί η έλλειψη χρημάτων στην αγορά οδηγεί στον προβληματισμό και δεν συνιστά απάντηση σε αυτόν. Κρατούμενο νο 4: Η κρίση επιβάλλει την αυτοκριτική και τη υιοθέτηση νέων ιδεών.
Να πάμε και σε κάτι τελευταίο, το οποίο διαχρονικά χαρακτηρίζει την οικονομική συμπεριφορά των Ελλήνων και των εμπόρων ιδιαίτερα. Μιλάω φυσικα για την εκ γενετής απαισιοδοξία. Θα μπορούσε να αποτελεί αντικείμενο ερεύνης πώς κάποιοι μεμψμοιρούσαν την περασμένη δεκαετία των πιστωτικών καρτών και των άφθονων καταναλωτικών δανείων. Σήμερα, αυτοί έχουν βάλει πλερέζες, αλλά, δυστυχώς, όλοι κλαίνε τη μοίρα τους. Αφενός λογικό, αφού δεν μπορείς να βρεις χαραμάδα αισιοδοξίας από τις κυβερνητικές (ευρωπαϊκές) πολιτικές. Δεν μπορώ, όμως, να καταλάβω σε τι βοηθάει η μιζέρια. Η δυστυχία ανακυκλώνεται με γοργούς ρυθμούς καταπιέζοντας τις ζωτικές δυνάμεις. Ο ένας παίρνει τηλέφωνο τον άλλο για να κλαφτεί. Και απορείς: Πού είναι το επιχειρηματικό δαιμόνιο και κυρίως η ψυχή που λένε ότι μας χαρακτηρίζει; Πού κρύφτηκε η αισιοδοξία ότι θα τα καταφέρουμε (ο καθένας προσωπικά), παρά τις καρπαζιές που τρώμε; Κρατούμενο νο 5: Αν δεν μπορούμε να γίνουμε η αλλαγή που επιθυμούμε (Γκάντι), ας δείξουμε τουλάχιστον αισιοδοξία και ευψυχία. Γιατί η ελπίδα είναι συνυφασμένη με την εξωτερική και εσωτερική προσπάθεια.