Περί Δικαιοσύνης
* Του Αστέρη Κουρούπη
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ:
ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΑΞΙΑ ή ΑΞΙΑ ΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΟΛΩΝ;
«Αποτελεί θεμελιώδη αρχή που απορρέει από το άρθρο 20 § 1 του Συντάγματος, το άρθρο 13 Ε.Σ.Δ.Α., το Διεθνές Σύμφωνο της Ν.Υόρκης (ν.2462/1997) και την νομολογιακή επεξεργασία αυτής της αρχής σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, ότι ο πολίτης δικαιούται να προσφεύγει στα δικαστήρια χωρίς το δικαίωμά του αυτό να μπορεί να παρεμποδίζεται από το νομοθέτη με τέτοιους περιορισμούς, ώστε τελικά να ματαιώνεται αυτή η δυνατότητα.
Η αρχή της ελεύθερης πρόσβασης του πολίτη στη δικαιοσύνη σε αστικό, ποινικό και διοικητικό επίπεδο ορίζει και οριοθετεί το βαθμό της δημοκρατικής λειτουργίας κάθε πολιτείας και κράτους και το σεβασμό στα στοιχειώδη δικαιώματα των πολιτών. Είναι επομένως πολύ σοβαρός ενδείκτης για να καταλάβει κανείς, εάν ένα κράτος λειτουργεί εντέλει δημοκρατικά και εντός των αξιών του νομικού πολιτισμού που ισχύουν, τουλάχιστον στο πολιτισμένο κόσμο.
Η χώρα μας τους τελευταίους εννέα μήνες περίπου βρίσκεται σε «οικονομική» κατοχή και κηδεμονία και είναι γνωστό πως η εκλεγμένη κυβέρνηση δεν αποφασίζει αυτοβούλως αλλά δρα, υπό την επιτήρηση και καθοδήγηση τρίτων. Δεν μπορώ όμως να δεχθώ, ότι «τρίτοι» υπαγόρευσαν τους δύο τουλάχιστον Νόμους που δημοσιεύθηκαν δύο ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, οι οποίοι περιορίζουν, περιστέλλουν και αφαιρούν σε πολύ μεγάλο βαθμό την δυνατότητα των πολιτών να προσφεύγουν ανεμπόδιστα στη Δικαιοσύνη και να απολαμβάνουν στοιχειώδη δικονομικά τους δικαιώματα.
Εντελώς επιγραμματικά, στα πλαίσια του χώρου που μου διατίθεται, οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν τα εξής:
1] Ουδείς θα μπορεί μετά τις 23/1/2011 να καταθέτει μηνύσεις υπερασπιζόμενος τα δικαιώματά του έναντι αξιόποινων πράξεων τρίτων, εάν δεν καταβάλλει προηγουμένως ένα σημαντικότατο χρηματικό ποσό σε παράβολα υπέρ του Δημοσίου. Έξοδα της τάξης των 500 ευρώ θα είναι το λιγότερο, εάν συνυπολογισθεί μαζί με τα υψηλά παράβολα και ο ΦΠΑ 23% επί των νομικών υπηρεσιών του Δικηγόρου. Το μέτρο πλήττει άμεσα τις χαμηλές εισοδηματικά τάξεις που θα έπρεπε κυρίως να προστατεύονται.
2] Διακυβεύεται σοβαρά το δικαίωμα του διαδίκου να επιλέξει ελεύθερα το συνήγορό του σε ποινικές υποθέσεις, αφού κανένας συνήγορος δεν μπορεί πια να είναι σίγουρος, ότι θα εκπροσωπήσει ο ίδιος τον εντολέα του κατά την εκδίκαση της υποθέσεώς του. Τούτο, διότι το κώλυμα του συνηγόρου που οφείλεται στη παρουσία του σε άλλη δίκη, ακόμα και σε ανώτερο δικαστήριο, έπαψε πια να αποτελεί σημαντικό αίτιο αναβολής άλλης υποθέσεώς του την ίδια ημέρα σε άλλο ακροατήριο ποινικού δικαστηρίου. Κινδυνεύει έτσι ο διάδικος να δικαστεί χωρίς συνήγορο ή να κάνει τη τελευταία στιγμή αναγκαστική επιλογή άλλου συνηγόρου κατά παράβαση της Ε.Σ.Δ.Α.
3] Δικάζεται ερήμην ο κατηγορούμενος εάν είναι ασθενής και αδυνατεί να προσέλθει στο Δικαστήριο, εκτός εάν το αποδείξει με έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος. Κι αν το πρωί της ημέρας που δικάζεται η υπόθεση ασθενήσει αιφνίδια ο συνήγορός του, πάλι θα πρέπει να το αποδείξει με έγγραφο Νοσοκομείου. Πού θα βρει άραγε το Νοσοκομείο ο ασθενής μίας απομακρυσμένης περιοχής π.χ. της Εύβοιας και πώς θα καταφέρει να αποδείξει την ασθένειά του για να μην υποστεί τις ολέθριες συνέπειες μίας ερήμην καταδίκης;
Και με πόση ελαφρότητα προσβάλλεται το κύρος, η αξιοπρέπεια και το λειτούργημα του ιδιώτη ιατρού τον οποίο πια ο ποινικός νομοθέτης απαξιώνει και θεωρεί κατά τεκμήριο αναξιόπιστο να γνωματεύει για τους ασθενείς του, όταν μάλιστα ο Κώδικας Δεοντολογίας του Ιατρικού Λειτουργήματος με ρητή διάταξη εξομοιώνει και θεωρεί ισοδύναμη τη βεβαίωση του ιδιώτη ιατρού με αυτή του νοσοκομειακού.
4] Εκβιάζονται συνειδήσεις δικαστών ουσίας και δεσμεύεται εκ των προτέρων το συνταγματικό τους δικαίωμα να ερμηνεύουν τους Νόμους –πράγμα που αποτελεί το λειτουργικό τους προορισμό– με την απειλή πειθαρχικών ελέγχων και κυρώσεων, εφόσον τολμήσουν να δώσουν άλλη ερμηνεία στα παραπάνω.
5] Σοβαρότατα ποινικά αδικήματα θα κρίνονται στο εξής από χαμηλόβαθμα δικαστήρια στα οποία προεδρεύουν κατά τεκμήριο νεοδιόριστοι και πρωτόπειροι δικαστές, σε βάρος της ποιότητας της ποινικής δικαιοσύνης και εντέλει των πολιτών.
Η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης δεν αποτελεί αυτοσκοπό, ιδίως όταν μεθοδεύεται σε βάρος της ποιότητας που είναι το ζητούμενο.
6] Δεκάδες σοβαρών ποινικών υποθέσεων θα φθάνουν στα ακροατήρια, χωρίς προηγούμενη επεξεργασία, με ελλιπείς δικογραφίες και κανένα σχεδόν προανακριτικό υλικό.
7] Όλες οι κακουργηματικές οικονομικού περιεχομένου παραβάσεις (π.χ. απάτες, κλοπές, υπεξαιρέσεις, απιστίες, τοκογλυφίες κλπ.) γίνονται αντικείμενο συνδιαλλαγής μεταξύ εγκληματία-θύματος και Εισαγγελέως και στο τέλος, εάν «τα βρουν», ο εγκληματίας αποδίδεται εντελώς λευκός στη κοινωνία, έστω κι αν είχε υπεξαιρέσει εκατομμύρια ή εξαπατήσει δεκάδες ανθρώπους ή μετέλθει τοκογλυφικών πράξεων.
Στο χώρο της διοικητικής δικαιοσύνης ακόμα χειρότερα:
1] Κατακόρυφη αύξηση των παραβόλων υπέρ του Δημοσίου για την άσκηση ενστάσεων, προσφυγών, ανακοπών κλπ.
2] Ειδικά στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές ο δυστυχής πολίτης, εάν σκεφθεί να προσφύγει στα δικαστήρια αμφισβητώντας το φόρο που του επέβαλλε το Κράτος για οποιαδήποτε αιτία θα πρέπει προηγουμένως να δανεισθεί, απʼόπου μπορεί, κάποια σημαντικά ποσά, αφού θα πρέπει να προκαταβάλλει 2% της διαφοράς σε παράβολα (π.χ. 150.000 ευρώ φόρος = 3.000 ευρώ παράβολο) μόνο και μόνο για να είναι παραδεκτή η προσφυγή του. Αργότερα δε, εάν ηττηθεί και αποφασίσει να κριθεί η υπόθεσή του στο Εφετείο πρέπει να καταβάλλει το 50% του φόρου (στο προηγούμενο παράδειγμα: 75.000 ευρώ). Δεν μπορώ να σκεφθώ, υπό τις σημερινές συνθήκες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα που να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε τέτοια βάρη.
Επομένως η αποδοχή των φόρων ή τελών που επιβάλλουν οι φορολογικές αρχές στο εξής θα είναι μονόδρομος για τον φορολογούμενο. Με τί χρήματα να διεκδικήσει κανείς το δίκαιό του δικαστικώς;
3] Μέσα σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσει κανείς και την, ουσιαστικά, κατάργηση της χορήγησης αναστολής, εάν παρʼελπίδα κάποιος πολύ τολμηρός πολίτης σκέφτονταν να αμφισβητήσει τα παραπάνω.
Όλα αυτά και πολλά ακόμα που είναι αδύνατο να αναφερθούν στο παρόν άρθρο ανατρέπουν πλέον τα θεμέλια ενός δικαιοκρατικού συστήματος που είχε μεν αδυναμίες και επιδέχονταν πολλών βελτιωτικών αλλαγών ήταν όμως επιεικέστερο και πολύ πιο κοντά στην αληθινή έννοια της Δικαιοσύνης.
Ο περιορισμός και η περιστολή των δικαιωμάτων των πολιτών, οι φραγμοί και τα ανυπέρβλητα εμπόδια να προσεγγίσουν τη δικαιοσύνη, η ποιοτική υποβάθμιση αυτού του χώρου – τελευταίου οχυρού της δημοκρατίας μας, η διαφαινόμενη μετατροπή του δικαιϊκού συστήματος σε ταξικό σύστημα που θα εξυπηρετεί λίγους και μόνον εκείνους που θα μπορούν να πληρώνουν αδρά τις υπηρεσίες του ξεπερνά κάθε όριο και κάθε φαντασία.
Ως μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Χαλκίδας αισθάνομαι την ανάγκη να καλέσω τους συναδέλφους μου σε ετοιμότητα, εγρήγορση και συσπείρωση. Να δημιουργήσουμε σύγχρονες μορφές δράσης και αντίστασης σε τέτοια απαράδεκτα φαινόμενα, χωρίς απαραίτητα να παρεμποδίζεται το δυσχερές έργο της δικαιοσύνης, η οποία είναι γνωστό, ότι λειτουργεί με πολύ αργούς ρυθμούς.
Η συνεχής αρθρογραφία, ο λόγος, τα επιχειρήματα, η χρήση της τεχνολογίας, η δύναμη των αρχών της επιστήμης του δικαίου είναι μερικά από τα όπλα που οι Δικηγορικοί Σύλλογοι ανά την Ελλάδα μπορούν να χρησιμοποιούν για να αισθάνεται η πολιτεία πολύ κοντά την παρουσία τους.
Δυστυχώς, οι εξελίξεις αποδεικνύουν μία αδικαιολόγητη αδράνεια όλων.
Ελπίζω ακόμα στην αφύπνιση της δικηγορικής συνείδησης. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, έχει αποδειχθεί, ότι ανέκαθεν μάχονταν και υπερασπίζονταν αξίες και ιδανικά. Ήταν πάντοτε στο πλευρό της κοινωνίας και των αδυνάμων.
Είμαι βέβαιος πως θα συμβεί και πάλι».